Τρίτη 9 Ιουλίου 2019

Θυμάμαι το Τσερνόμπιλ, 35 χρόνια μετά....


"Η συλλογή μαρτυριών της Αλεξίεβιτς είναι ένα σπαρακτικό, ολόπικρο βιβλίο, όμοιο με το βιβλιάριο της Αποκάλυψης, ωστόσο εδώ η πείρα του λόγου εκφέρεται και δεν καταπίνεται "για να πικράνει τα σωθικά". (από τον πρόλογο της έκδοσης του 2001)
Παρόλο που το οπισθόφυλλο του βιβλίου προδιαθέτει για το σκληρό περιεχόμενο, δεν δίστασα στιγμή να το αποκτήσω.
Ακόμα και για μένα που έζησα σαν παιδί τις μέρες της υστερίας του Τσερνόμπιλ, όντας 10 χρονών όταν έγινε η καταστροφή, το βιβλίο αυτό ήταν μαχαιριά, όχι στην καρδιά, αλλά στον νοτιαίο μυελό του νευρικού μου συστήματος.
"Νοτιαίος μυελός"... Ήταν οι δύο λέξεις που κυριαρχούσαν εκείνες τις μέρες παντού, στην κρατική τηλεόραση, στο ραδιόφωνο, τις εφημερίδες, στις κατ' ιδίαν συζητήσεις όλων μιας και οι επιστήμονες έλεγαν και ξανάλεγαν, για να τους πιστέψουμε λες, πως η ραδιενέργεια προβάλλει το νοτιαίο μυελό, καταστρέφει το νευρικό σύστημα και προκαλεί λευχαιμία.
"-Τί είναι λευχαιμία μαμά;", ρώτησα μια μέρα τη μητέρα μου καθώς άκουγα τη λέξη για πρώτη φορά και, θυμάμαι αναστέναξε, έπιασε το στομάχι της και τα μάτια της βούρκωσαν. Ο φόβος του θανάτου είχε σκεπάσει όλα τα σπίτια της γειτονιάς, μαζί και το δικό μας. οι γονείς μας δεν μας άφηναν να βγούμε στο δρόμο για παιχνίδι, κοιταζόμασταν από τις τζαμαρίες τα πιτσιρίκια και ανταλλάσσαμε βλέμματα φόβου και απορίας.
Τα θυμάμαι όλα Θεέ μου, τα θυμάμαι όλα με κάθε λεπτομέρεια. Πέμπτη δημοτικού πήγαινα και καθώς η περιέργειά μου στο καθετί ήταν στην κορύφωσή της, "ρουφούσα" κάθε εικόνα των ματιών μου, κάθε κουβέντα που αντάλλασσαν οι μεγαλύτεροι, κάθε πληροφορία που έπεφτε στην υπερδραστήριά μου αντίληψη.
Οι μέρες εκείνες ήταν μαύρες στην κυριολεξία. Παρόλο που ήταν άνοιξη, αρχές Μαΐου πρέπει να έγινε γνωστό το συμβάν στην Ελλάδα, ο καιρός ήταν μουντός. 6 Μαΐου, τη μέρα των γενεθλίων μου, θυμάμαι πόσο μαύρα κι απειλητικά ήταν τα σύννεφα που έλεγες πως αν ξεκινούσε να βρέχει, οι σταγόνες θα ήταν μαύρες, βρώμικες, μολυσμένες.
Θυμάμαι τα πάντα.
Φοβόμασταν να φάμε καθετί φρέσκο. Τα φρούτα ήταν απαγορευμένος καρπός. Τα χόρτα προκαλούσαν τρόμο. Το κρέας λες και μύριζε άσχημα. Το γάλα έμοιαζε πικρό.
Κάποιοι συμβούλευαν τον κόσμο να τρώει κατεψυγμένες τροφές.
"-Φάτε τώρα τα κατεψυγμένα που είναι καθαρά και αύριο θα φάτε τα μολυσμένα που καταψύχουν σήμερα" έλεγε ο πατέρας μου.
Πόσο δίκιο είχε.
Θυμάμαι τον πανικό που επικρατούσε στα λιγοστά Super markets της εποχής. Τον κόσμο να γεμίζει τα καρότσια του με γάλα εβαπορέ και κονσέρβες κρέας και έτοιμο φαγητό. Είδα με τα μάτια μου μια γυναίκα να γεμίζει το καλάθι της με σκυλοτροφές κονσέρβα επειδή τα ζαμπόν είχα εξαντληθεί, την άκουσα να λέει στον άντρα της:
"-Το ίδιο είναι και αυτό" και να χαμογελά με ικανοποίηση.
Θυμάμαι τον πατέρα μου να γυρίζει το απόγευμα από τη δουλειά και να περιγράφει στη μητέρα μου πως έφαγε μια χούφτα μούρα από τη μουριά που είχε φυτέψει ο δήμος στο δρόμο έξω από την εταιρεία που εργαζόταν.
"-Τρελός είσαι; Αυτά είναι μολυσμένα!"
Το πρόσωπό του πάγωσε ευθύς αμέσως...
Θυμάμαι ανθρώπους να κυκλοφορούν με μάσκες χειρουργείου στους δρόμους.
"-Άδικα τις φορούν. Η ραδιενέργεια δεν εισχωρεί στο σώμα από την αναπνοή", έλεγε ένας δάσκαλος στο σχολείο.
Θυμάμαι το βαν του Δημόκριτου στην κεντρική πλατεία του Ηρακλείου με δύο άτομα από το ίδρυμα που μετρούσαν με μετρητή Γκάιγκερ κάθε ενδιαφερόμενο που ήθελε να δει πόσες μονάδες Ρέντγκεν είχε στον θυροειδή του. Δεν θα ξεχάσω το χαμόγελο της κυρίας Χαρούλας, φίλης της μητέρας μου που πήγε, την μέτρησαν και ήταν σε φυσιολογικά επίπεδα οι τιμές της.
"-Εμείς μαμά, πότε θα μετρηθούμε;"
Άκουσα με τα αυτιά μου σε φιλικό μας σπίτι να λέει στη μάνα μου πως το μεσημέρι έκανε χωριάτικη σαλάτα με κονσέρβα αποφλοιωμένα ντοματάκια "κονκασέ", σαν αυτά που φτιάχνουν την σάλτσα για τα μακαρόνια.
Φόβος.
Φόβος του θανάτου παντού.
Σε μια εποχή που τα παιδιά στο Ηράκλειο παίζαμε ακόμα στους δρόμους και στις αλάνες, που ο παιδότοπός μας ήταν το χωράφι πιο κάτω από το πατρικό μου, φοβόμουν να βγω από το σπίτι.
Φοβόμουν να αναπνεύσω.
Φοβόμουν να παίξω.
Φοβόμουν μην πέσει πάνω μου η βροχή και με μολύνει.
Φοβόμουν πως "το κακό" θα προσβάλλει και τον δικό μου νοτιαίο μυελό και πως ο Αμερικανός καθηγητής που εθελοντικά έκανε μεταμοσχεύσεις σε ανθρώπους από το Κίεβο, ήταν πολύ μακριά για να σώσει εμένα στην ταπεινή Ελλαδίτσα...
Ήμασταν όλοι χαμένοι! Ανήμποροι στα χέρια της τύχης και του αέρα που έφερνε βόλτα το ραδιενεργό σύννεφο πάνω από την Ευρώπη!
Το μόνο που δεν θυμάμαι ήταν το πόσο κράτησε αυτή η υστερία.
Μάλλον δεν θα πρέπει να σταμάτησε ποτέ, απλά μάθαμε να ζούμε με αυτήν μέχρι που ήρθαν κι άλλες, άλλες υστερίες, νέες για να φέρουν ξανά φόβο για να ξεχάσουμε προσωρινά το αίσθημα που μας προκάλεσε ο προηγούμενος.
Το βιβλίο της Αλεξίεβιτς με άγγιξε τόσο πολύ γιατί δεν είχα ποτέ φανταστεί ποιές ήταν οι συνέπειες για τους ανθρώπους στην Ουκρανία και τη Λευκορωσία από το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ.
Το 1986 μιλούσαν για κάποιους δεκάδες νεκρούς ενώ σήμερα, 35 χρόνια μετά, οι επιστήμονες υπολογίζουν πως οι συνέπειες του ατυχήματος, όχι μόνο έγιναν αιτία για να ασθενήσουν και να πεθάνουν μερικά εκατομμύρια άνθρωποι, αλλά συνεχίζουν μέχρι σήμερα να επηρεάζουν αρνητικά και να καταστρέφουν αμέτρητες ζωές.
"Μαγνητοφωνώντας τους, είχα την αίσθηση πως ηχογραφώ το μέλλον", γράφει η Αλεξίεβιτς στο βιβλίο της.
Εγώ διαβάζοντάς το συνειδητοποίησα πόσο μικροί είμαστε τελικά οι άνθρωποι.