Δευτέρα 19 Ιουνίου 2017

Λίγες και μία νύχτες



Λατρεύω τον Ισίδωρο Ζουργό!

Τον γνώρισα πριν από μερικά χρόνια διαβάζοντας τις "Σκήνές από τον βίο του Ματίας Αλμοσίνο". Ένα εξαιρετικά καλογραμμένο βιβλίο, ύμνος στην ελληνική γλώσσα που συνηθίσαμε να κακοποιούμε καθημερινά ή έστω να μην αντιδρούμε στην κακοποίησή της.
Αργότερα διάβασα την "Ανεμώλια". Βιβλίο-σταθμός για μένα. Όπως έχω ξαναπεί, είναι ένα βιβλίο για άντρες που θα πρέπει να διαβάσουν όλες οι γυναίκες! Είναι το "εγχειρίδιο" του ενήλικου που στην ουσία μένει για πάντα παιδί!
Φοβόμουν να διαβάσω το τελευταίο του βιβλίο, τις "Λίγες και μία νύχτες". Έτρεμα να μην απογοητευτώ, να μην γκρεμιστεί η εικόνα που είχα δημιουργήσει.
Δοξάζω την στιγμή που αποφάσισα να το αγοράσω πριν απο μερικές μέρες!
Οι "Χίλιες και μία νύχτες" δεν είναι απλά ένα βιβλίο, είναι ένα ταξίδι, ένας ύμνος στον έρωτα. Ο Ζουργός έχει την ιδιότητα όχι μόνο να πλάθει χαρακτήρες αλλά και να δημιουργεί εικόνες τόσο ώστε, ακόμα κι εγώ που δεν έχω πάει ποτέ μέχρι σήμερα στη Θεσσαλονίκη, να ορκίζομαι σήμερα πως έχω δει από κοντά την συνοικία των Εξοχών!
Το βιβλίο είναι νοσταλγικό, γεμίζει τα ρουθούνια του αναγνώστη με εικόνες και μυρωδιές της πιο πολυ-πολιτισμικής πόλης της Ελλάδας. Ταξιδεύει 70 χρόνια στην ιστορία της Θεσσαλονίκης με πλοίο τον έρωτα. Προκαλεί πόνο αλλά και λυτρώνει τους ήρωές του την τελευταία στιγμή. Το συνηθίζει αυτό ο Ζουργός, κρατάει τον πόνο μέχρι τις τελευταίες 10 σελίδες. Άλλωστε, τί πιο δημιουργικό, τί πιο λυτρωτικό από τον πόνο του έρωτα;
Λίγο πριν το τέλος διάβασα μια παράγραφο που μου έκανε τεράστια εντύπωση. Μέσα στις γραμμές της κατάλαβα πως τελικά η ιστορία της Ελλάδας δεν διαφέρει και πολύ από πόλη σε πόλη....

"Στα χρόνια που ακολούθησαν οι εργολάβοι έκαναν χρυσές δουλειές. Οι πολυκατοικίες  άρχισαν να σκιάζουν με το ύψος τους όλους τους δρόμους της πόλης. Αρχοντικές μονοκατοικίες και μέγαρα του πρώτου πολέμου τα πυροβολούσαν στον αυχένα κι αυτά έπεφταν σαν άλογα χτυπημένα, χλιμίντριζαν για μια στιγμή και ύστερα χάνονταν μες στη σκόνη και τη χλαπαταγή των τοίχων που κατέρρεαν. Διόρωφα με σφυρήλατες μαρκίζες και γύψινα αετώματα, μέγαρα με τρούλους και πυργίσκους στην κορυφή, τουρκόσπιτα με αυλές και γεράνια, όλα κάτω να σφαδάζουν μες τα αίματα.
Ύστερα από τον αφανισμό τους, γεννήθηκαν τέρατα. Έξι όροφοι, εφτά, οχτώ, μπαλκόνια, κάγκελα, μπαλκόνια.... Εκεί ψηλά στα σύννεφα, που τέλειωναν οι πολυκατοικίες, χτίστηκαν μικρά πλυσταριά. Ταράτσες, θέα στη θάλασσα, κάποιοι φωτογραφίζονταν με θέα τον Χορτιάτη, στα σύρματα απλωμένα ρούχα, λευκά σεντόνια που τα κυμάτιζε ο αέρας, τα σάβανα των παλιών σπιτιών, αυτών που εκτελέστηκαν και έγιναν χώμα στην άκρη αχάραγων δρόμων...."

Η ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα.

Διάβασέ το, κάτι δικό σου θα βρεις εκεί μέσα...

Παρασκευή 9 Ιουνίου 2017

Τάσος Λειβαδίτης


Έζησα μια συγκλονιστική στιγμή στις 7 Ιουνίου στο Κηποθέατρο Νίκος Καζαντζάκης του Ηρακλείου, όταν με έκπληξη άκουσα για πρώτη φορά τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου να ερμηνεύει ζωντανά το μελοποιημένο ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη "Πού είσαι". Ήταν μια έντονη στιγμή, είναι από τα τραγούδια εκείνα που δεν "χωράνε" σε μια συναυλία, από αυτά που προκαλούν έντονη ψυχολογική φόρτιση που, στην δική μου περίπτωση, δεν κατάφερνα να διαχειριστώ μέχρι που ξέσπασε η λυτρωτική μπόρα που περιγράφω στο http://psihotherapia.blogspot.de/2017/06/blog-post_8.html
Τον ποιητή Τάσο Λειβαδίτη τον γνώρισα 5 χρόνια μετά τον θάνατό του το 1993. Ο τότε υπουργός πολιτισμού χαρακτήρισε σε μια τηλεοπτική του συνέντευξη τους ποιητές "λαπάδες" και ο Βασίλης αντέδρασε κυκλοφορώντας, σε μουσική του αξέχαστου τότε διευθυντή του 3ου προγράμματος της ΕΡΑ Γιώργου Τσαγκάρη, τον δίσκο "Φυσάει".
Το "Φυσάει" είναι μια δισκογραφική δουλειά που αδίκησε τον εαυτό της. Κυκλοφόρησε όπως ανέφερα σαν απάντηση σε έναν χαρακτηρισμό αλλά δεν υποστηρίχθηκε ποτέ όσο θα έπρεπε. Λίγοι ήταν εκείνοι που αγόρασαν τον δίσκο, ακόμα λιγότεροι αυτοί που θυμούνται σήμερα τα τραγούδια που περιείχε.
Εμένα μου έμεινε για πάντα χαραγμένη στην ψυχή, θέλεις γιατί πάντα σκεφτόμουν "αντισυμβατικά", θέλεις γιατί εκείνα τα χρόνια ήταν τα χρόνια της δύσκολης εφηβείας;
Νοιώθω ευλογημένος πάντως βραδυές σαν τη χτεσινή που φτάνει στ' αυτιά μου η μελωδία του Τσαγκάρη, οι στίχοι του Λειβαδίτη, όλα στη σκέπη της φωνής του αγαπημένου Βασίλη Παπακωνσταντίνου.

"...Έβρεχε εκείνο το βράδυ.
Έβρεχε.
Ανέβηκα τα σκαλιά κανείς στην καμάρα
Έβρεχε;
Έτρεμε στ’ ανοιχτό παράθυρο η κουρτίνα;
Έβρεχε..

"-Φεύγω μη ζητήσεις να με βρεις. Αγαπώ άλλον!" έγραφε.
Αγαπώ άλλον!
Πού είσαι;
Πού να πάω;
Φυσάει, κρυώνω.
Πού είσαι;
Πού να πάω;
Φυσάει, κρυώνω;

Οι δρόμοι λασπωμένοι, κίτρινα φώτα.
Έβρεχε.
Ζευγάρια αγκαλιασμένα κάτω απ’ τις ομπρέλες τους.
Σε λίγο θα ανάβουνε το φως,
θα κοιτάζονται στα μάτια και θα πετάν από πάνω τους όλη τη μοναξιά.
Οι φωτεινές ρεκλάμες ανοιγοκλείνουνε τα μάτια τους.
Όλα στην εποχή μας διαφημίζονται γιατί όχι και αυτό;
Έβρεχε….

"Αγαπώ άλλον!"
Με κόκκινα πελώρια γράμματα θα `ταν υπέροχη διαφήμιση.
Γιατί όχι και αυτό:
"Αγαπώ άλλον!"
Πού είσαι;
Πού να πάω;
Φυσάει κρυώνω...
Πού είσαι;...."
 
 

Πέμπτη 8 Ιουνίου 2017

Συναυλία στη βροχή!



Η χτεσινή βραδυά ήταν βγαλμένη από τα πιο σκανδαλιάρικα όνειρά μου!
Μια εμπειρία από αυτές που κάνουν τους "μεγάλους" να νοιώσουν για μερικές μόνο στιγμές και πάλι "παιδιά".
Λίγες στιγμές που ξέφυγαν από το καθημερινό, το συνηθισμένο.
Η αίσθηση του αυθόρμητου, της ανεμελιάς.

Η βραδυά ξεκίνησε μάλλον άνοστα.
Η αλήθεια είναι πως ενώ είχα αγοράσει τα εισητήρια της παράστασης "Εννέα και πέντε" του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, της Ρίτας Αντωνοπούλου και του Οδυσσέα Ιωάννου από νωρίς, μάλλον άκεφος ξεκίνησα για το Κηποθέατρο Καζαντζάκη.
Φτάσαμε νωρίς, τα παιδιά ήταν ανυπόμονα να ακούσουν τον Βασίλη!
Η παράσταση ξεκίνησε κι αν εξαιρέσεις έναν ενοχλητικό που δεν άφησε ευκαιρία που να μην μας υπενθυμίζει την ανατροφή του, η βραδυά κυλούσε με ενδιαφέρον.
Ευχάριστή έκπληξη για μένα ήταν η Ρίτα Αντωνοπούλου. Δεν την είχα ακούσει ξανά ζωντανά, όμως με ενθουσίασε η φωνή και το πάθος της ερμηνείας της. Είχε μια καθαρότητα, ένα παλμό που ομολογώ μου τράβηξε το ενδιαφέρον.
Χατζηδάκις, Ξαρχάκος, Θεοδωράκης "ανέβηκαν" στην σκηνή, ενώ δεν θα μπορούσε να λείψει ο Καββαδίας και ο Μικρούτσικος.
Κατά τη διάρκεια της παράστασης ο ουρανός άρχισε να βαραίνει. Τα σύννεφα πύκνωσαν και εντυπωσιακές αστραπές έκαναν τη νύχτα μέρα κι εμάς ανήσυχους για τη συνέχεια της βραδυάς!
Κάποια στιγμή κι ενώ η Ρίτα ερμήνευε το "Τζιβαέρι", άνοιξαν οι ουρανοί.
Αυτό που ακολούθησε θα μου μείνει για πάντα χαραγμένο στη μνήμη σαν κάτι μοναδικό στα τόσα χρόνια που παρακολουθώ καλοκαιρινές συναυλίες.
Κάποιοι από τον κόσμο άνοιξαν ομπρέλες. Άλλοι έφυγαν. Οι μουσικοί σκέπαζαν τις κονσόλες και τα μηχανήματά τους.
Θεώρησα πως όλα είχαν τελειώσει, περίμενα απλά τη στιγμή που θα το έλεγαν και οι ίδιοι οι τραγουδιστές.
Αντί γι αυτό, η Ρίτα γύρισε στους μουσικούς και τους είπε "-Μην μαζεύετε παιδιά, λίγο θα βραχούμε αλλά θα σταματήσει!" και απλά συνέχισε να τραγουδάει τον "Άμλετ της Σελήνης"! Η βροχή όλο και γινόταν πιο δυνατή! Η Μαίρη έκανε νόημα πως το βιολί της είχε βραχεί και δεν έπαιζε και ο Βασίλης συνόδευε χτυπώντας ρυθμικά το κάθισμά του!
Ο κόσμος άρχισε να παραλληρεί! Όσοι είχαμε απομείνει μαζευτήκαμε μπροστά στη σκηνή, οι δύο τραγουδιστές τραγουδούσαν πλέον χωρίς μικρόφωνα, χωρίς να νοιάζονται αν θα "τσαλακωθούν", ακούστηκε ένας θόρυβος από την κονσόλα, το πιάνο που είχε απομείνει τελευταίο σώπασε και η βροχή δυνάμωνε!
Κόσμος και τραγουδιστές κάτω απο καταρακτώδη βροχή έγιναν ένα, το "Σαπιοκάραβο" έφτασε μέχρι τον ουρανό και ορισμένοι μουσκεμένοι παλαβιάρηδες έγιναν για λίγες στιγμές οι πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι στον κόσμο!
Δεν μπορώ να θυμηθώ τίποτε άλλο.
Τα λόγια δεν είναι ικανά να περιγράψουν τα συναισθήματα.
Ίσως και η εικόνα ακόμα να μην είναι αρκετή να μεταφέρει αυτό που έζησα απόψε...



Ευχαριστώ σύμπαν... :-)

Creative Commons License
Η παραπάνω φωτογραφία και το βίντεο χορηγούνται με Creative Commons Attribution-NonCommercial-NoDerivs 3.0 Ελλάδα.

Κυριακή 4 Ιουνίου 2017

Οι παλιές αγάπες πάνε στον Παράδεισο (το βιβλίο)


Το διάβασα και απογοητεύτηκα που δεν το είχα διαβάσει νωρίτερα.
Η πένα της Μάρως Βαμβουνάκη, πονάει αλλά λέει μόνο αλήθειες.
Ξυπνάει από τον λήθαργο του αισθήματος όσους κοιμούνται.
Προσγειώνει στην πραγματικότητα που λυτρώνει....

"Η συντριβή των περασμένων μηνών την μετέτρεψε. Αντί να τη διαλύσει, κάτι έδεσε. Λες και η φωτιά του πόνου να έλιωσε τα αιχμηρά υλικά της καρδιάς της, να τα στερέωσε σε ακαθόριστο αλλά ωραίο σχήμα. Έρμα στο τρελό καράβι της ζωής της.
Δόξα τω Θεώ, δεν σκορπίστηκε, δεν τρελάθηκε, μαζεύτηκε και νοιώθει καλά μέσα στην ποίηση του κόσμου που θα την οδηγήσει στον ποιητή."

Έτσι είναι.
Μην φοβάσαι τη ρήξη με το πάγιο.
Μπορεί να σε πονέσει αλλά θα σε λυτρώσει.
Αν φοβάσαι να κόψεις αυτό που σε πονάει, θα το κουβαλάς μαζί με τον πόνο που σου προκαλεί.

Ζήσε.
Η ζωή είναι μικρή για να κουβαλάμε τα άχρηστα!