Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2019

Αντίο 2019!



Είναι λάθος να περιμένουμε την τελευταία μέρα του χρόνου για να κάνουμε απολογισμό.
Αυτή είναι μια δουλειά που θα πρέπει να κάνουμε κάθε μέρα της ζωής μας, να μετράμε τα ίσια και τα στραβά για να δούμε τί πήγε λάθος, τί μπορεί να διορθωθεί, τί όχι.
Είναι ένας καλός τρόπος να βελτιώσουμε την καθημερινότητά μας, να μην αφήσουμε τη ζωή μας να βαλτώσει, να γλιτώσουμε από την καθημερινότητα που μας πνίγει.
Απόψε λοιπόν, δεν θα επιχειρήσω απολογισμό της χρονιάς που πέρασε. Απλά δεν μπορώ να σταματήσω το μυαλό μου από το να γυρίζει ξανά και ξανά από το πρωί στις γνώριμες γειτονιές των στιγμών που πέρασαν, μαζί με τις προηγούμενες 365 μέρες.
Θυμάμαι τις στιγμές που με γλύκαναν, που ταξίδεψαν το μυαλό μου πέρα από κάθε λογική κάποιες φορές.
Έχω ήδη ξεχάσει εκείνες που πικράθηκα και συνεχίζω να ευλογώ κάθε δυσκολία που συνάντησα στον δρόμο μου γιατί με έκανε καλύτερο άνθρωπο.




Αν πρέπει να κρατήσω τις στιγμές του 2019 που με σημάδεψαν, δεν είναι καθόλου δύσκολο.




Η πρώτη είναι η έκθεσή μου στο παρεκκλήσι του Τιμίου Σταυρού στα πλαίσια της Αθέατης Πόλης. Πέρα από την επιτυχία του εγχειρήματος που αποτελούσε ένα όνειρο χρόνων για μένα, μου δίδαξε πως τίποτα δεν μπορεί να μου σταθεί εμπόδιο φτάνει να θέλω πολύ να το πραγματοποιήσω.




Η δεύτερη είναι ο 37ος Αυθεντικός Μαραθώνιος της Αθήνας.
Μέσα από τα εμπόδια, σωματικά και ψυχολογικά που βρέθηκαν μπροστά μου μέχρι να σταθώ στην εκκίνηση, τις ιδιαιτερότητες του αγώνα αυτού καθε αυτού καθώς και του "ιδιαίτερου" τερματισμού μέσα σε μια εξαιρετικά φορτισμένη μου στιγμή, διδάχτηκα πως στον μαραθώνιο όπως και στην ζωή, ξεκινάμε και τερματίζουμε μόνοι, ολομόναχοι. Είναι μεγάλη πλάνη να περιμένουμε κάποιον να μας χαμογελάσει στην διαδρομή, κανείς δεν μπορεί ούτε τη χαρά να μοιραστεί, ούτε τον πόνο.




Κοιτάζω μπροστά με απόλυτη συνείδηση.
Χαμογελώ για καθετί όμορφο θα έρθει και προσμένω με λαχτάρα κάθε άσχημο για να εξελιχθώ.


Και συνεχίζω...




Καλή χρονιά αγαπημένοι!

Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2019

Η χαρά φοράει μαντήλι στο κεφάλι....



Γιορτές Χριστουγέννων.
Υπερκατανάλωση.
Πλαστή ευδαιμονία, άνθρωποι που προσπαθούν να πείσουν τους εαυτούς τους πως ευτυχία είναι να τα έχεις όλα.
Να μην σου λείπει τίποτα.
Φιγούρες δήθεν ευχαριστημένες που και φέτος κατάφεραν να αγοράσουν τα πάντα, να γεμίσουν τα μάτια, το τραπέζι, το στομάχι τους.
Κάποτε, όταν το τραπέζι αδειάσει, όταν και το τελευταίο πακέτο ανοιχτεί, όλοι καταλαβαίνουν πόσο κενό αφήνει αυτή η αντιμετώπιση, πόση δυστυχία κρύβεται πίσω από το κυνήγι του πλούτου.
Πόσο άδειοι είμαστε.


Καθόμαστε σε μια καφετέρια με τα παιδιά. Πίνω καφέ, η μικρή παίζει στον παιδότοπο, ο μεγάλος παίζει μαζί μου επιτραπέζια.
Στο διπλανό τραπέζι κάθησε μια οικογένεια, πατέρας και μάνα μεσήλικες, δυο κόρες γύρω στα τριανταπέντε, μία από αυτές φοράει ένα ροζ μαντήλι στο κεφάλι για να κρατάει ζεστό το άτριχο κεφάλι της. Έχει μαζί της δύο μικρά παιδάκια που πασχίζει να τα ταΐσει κυνηγώντας τα γύρω-γύρω από το τραπέζι.
Τους γελάει και της γελούν, παίζουν, αγκαλιάζονται, κουβεντιάζουν γελώντας τρανταχτά.
Δείχνουν ευτυχισμένοι.
Οι υπόλοιποι της παρέας δεν προσπαθούν καν να χαμογελάσουν, έχουν μια κούραση, μια απογοήτευση στο βλέμμα.
Η κοπέλα με το μαντήλι αντίθετα δεν σταματάει να απολαμβάνει  την κάθε στιγμή!
Τη χαίρομαι πραγματικά, δεν μπορώ να πάρω το βλέμμα μου απο πάνω της. Με κάνει να νοιώθω όμορφα η παρουσία, η τοποθέτησή της στον χώρο, η αντίληψή της ανάμεσα σε τόσο κόσμο.
Το πλατύ και ειλικρινές της χαμόγελο....


Αναρωτιέμαι, γιατί θα πρέπει να νοιώθουμε πως χάνουμε κάτι προκειμένου να το εκτιμήσουμε;
Γιατί θεωρούμε δεδομένη τη ζωή μέχρι να αρχίσει να μας γλιστράει από τα χέρια;
Γιατί η κοπέλα με το μαντήλι είναι ο μοναδικός άνθρωπος σ' ένα τεράστιο χώρο εστίασης που αντί να κοιτάζει το κινητό της, προτιμά να αλληλεπιδρά με τις υπάρξεις γύρω της;


Γιορτινές μέρες, μέρες χαρούμενες θα πρέπει να αναλογιστούμε όλοι το νόημα και την πηγή της πραγματικής ευτυχίας, να χαμογελάμε για όσα έχουμε, πριν αρχίσουμε να βλαστημάμε την τύχη μας για όσα μας λείπουν!


Καλές γιορτές, χρόνια πολλά αγαπημένοι!
Μην αφήνεται τη ζωή να κυλάει ανάμεσα στα δάχτυλά σας χωρίς χαμόγελο!

Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2019

Η "Αγία Αμοιβαιότητα"....

Η Μάρω Βαμβουνάκη δεν έχει καταφέρει να με συγκινήσει συνολικά σαν συγγραφέας. Χειρίζεται μεν άπταιστα τον λόγο, όμως θεωρώ τα γραπτά της, απλοϊκά να το πω; Ενδεχομένως να μου φαντάζουν φτωχά σε σχέση με αυτό που θα περίμενα να διαβάσω από έναν άνθρωπος με το επίπεδο της μόρφωσής της.
Ωστόσο, τη θαυμάζω και συνεχίζω να την διαβάζω καθώς είναι απολύτως κυνική με τους χαρακτήρες που πλάθει. Δεν τους "στολίζει", δεν πασχίζει να τους αποκαταστήσει καλά και σώνει στα μάτια του αναγνώστη, παρά τον ωθεί να τους κρίνει με τις ανθρώπινες στιγμές τους, με τα μειονεκτήματα και τις αδυναμίες τους.
Χώρια που μου αφήνει πάντοτε την αίσθηση πως χρησιμοποιεί τις ιστορίες της σαν "όχημα" προκειμένου να μιλήσει για πράγματα πιο ιδιαίτερα, νοήματα πιο βαθιά, χωρίς ο τρόπος που επιλέγει να το κάνει να ξενίζει τελικά τον αναγνώστη ή να του αποσπά την προσοχή από το μονοπάτι που χαράζει το μυθιστόρημα. Ίσα-ίσα.
Το βίωσα ξεκάθαρα αυτό το συναίσθημα διαβάζοντας το "Οι παλιές αγάπες πάνε στον Παράδεισο", το βίωσα και τώρα στο "Ένας αφηρημένος άντρας", ίσως μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό.
Στο τελευταίο της μυθιστόρημα είναι τόσο έντονη η προσπάθειά της να περάσει μηνύματα στον αναγνώστη που η ιστορία σε κάποιες στιγμές λες και περνάει σε δεύτερη μοίρα. Τα γεγονότα εκτυλίσσονται στον μονόλογο της πρωταγωνίστριας τόσο γρήγορα που ορισμένες φορές έφτασα να αναρωτιέμαι αν ήταν πραγματικά ή ένα συγγραφικό εύρημα για να δωθεί έμφαση στην ιστορία μέσα από παράλληλες εκδοχές.
Τί θα μου μείνει από το "Ένας αφηρημένος άντρας";
Πέρα από το ευρυματικό τέλος που πολύ εύστοχα χρησιμοποιεί η συγγραφέας για να τονίσει την αξία και το βαθύτερο νόημα του "φίλου" στη ζωή, δύο πράγματα:
Το πρώτο είναι η "Αγία Αμοιβαιότητα", μια υπόσταση που εφευρίσκει η Βαμβουνάκη για να περιγράψει το γεγονός πως το πάθος σε μια σχέση χρειάζεται δύο  για να φτάσει σε επίπεδα θεόρατα, που όπως λέει χαρακτηριστικά, " δεν μπορείς από μόνος σου, εν κενώ να πυροδοτήσεις τέτοιο καμίνι, εκτός κι αν είσαι ανισόρροπος, αυτιστικά εγωκεντρικός, άρρωστος ψυχικά όπου ο υποκειμενισμός και ο ιδιωτικός κόσμος φτιάχνει ό,τι θέλει και όπως τα πράγματα και τα σημεία στο κεφάλι σου!".
Το δεύτερο είναι η θέση που παίρνει απέναντι στην κατάθλιψη, μια λέξη που μάθαμε μ' αυτή να ντύνουμε όλα τα δεινά του κόσμου τα τελευταία χρόνια, λέγοντας:
"...Δεν μ' αρέσει η λέξη κατάθλιψη που τόσο ευρέως έχει αντικαταστήσει την ωραία λέξη δυστυχία, την ωραία λέξη πένθος, την ωραία λέξη πόνος η μελαγχολία..."
"... Ο άνθρωπος δεν γίνεται να μην πονάει, να μην πενθεί, να μην μελαγχολεί στα επώδυνα που συμβαίνουν, οι υπερβολικές άμυνες είναι ψυχασθένεια ακόμα και πνευματική, ανωριμότητα..."
"... Η ματαίωση του πένθους πληρώνεται εν καιρώ λένε, σε εκδικείται η απώλεια που δεν θρήνησες..."

Τη λατρεύω τη Μάρω Βαμβουνάκη.
Αν και είναι κοντά στον Θεό, αν και απέχει λίγο από την θρησκεία, δεν παύει ποτέ να αντιμετωπίζει με επιείκια τους ήρωές της για ό,τι κι τους "σπρώξει" η καρδιά τους να πράξουν.
Αγαπώ τα γραπτά της καθώς μέσα από την απλότητά τους καταφέρνουν να μου εμφυσήσουν έναν αέρα αισιοδοξίας.
Μου γλυκαίνουν τη σκέψη.
Με απενοχοποιούν.

"...Όχι, δεν με ενδιαφέρει απόψε η αμαρτία! Ούτε υποψιάζομαι πως υπάρχει τέτοια κατάσταση. Άραγέ, το να αμαρτάνεις προϋποθέτει συνείδηση; Ή και ασυνείδητα τη φορτώνεσαι και πληρώνεις μετά; Μεγάλο θέμα αλλά απόψε μάταιο..."

Πόσο συμφωνώ...

Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2019

Βρες το θάρρος να αλλάξεις! Γίνε η αλλαγή που θαυμάζεις!

Κοίτα τώρα τι μου θύμησε το facebook πρωί-πρωί...


Οι δύο αυτές φωτογραφίες έχουν διαφορά 9 μόλις χρόνια.
Η πρώτη είναι τραβηγμένη τον Σεπτέμβριο του 2010 λίγο πριν την συναυλία των U2 στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας.
Η δεύτερη τον Οκτώβρη του 2019 στο Αρκαλοχώρι.
Και στις δύο είμαι εγώ.
Εκεί σταματούν οι ομοιότητες!

Στην πρώτη είμαι 125 κιλά. Την περίοδο εκείνη κάπνιζα 50-60 τσιγάρα τη μέρα. Το σωματικό μου βάρος και το κάπνισμα με δυσκόλευαν να κάνω καθημερινά πράγματα όπως να ανέβω μια  σκάλα μέχρι τον πρώτο όροφο...
Στη δεύτερη είμαι 85 κιλά, απεξαρτημένος από το τσιγάρο, σαφώς πιο γυμνασμένος και ετοιμάζομαι να τερματίσω στα 21χλμ του ημιμαραθωνίου Κρήτης...

 Κοιτάζοντας αυτές τις δύο φωτογραφίες πραγματικά νοιώθω πολύ υπερήφανος για τον εαυτό μου.
Για το πόσό έχω βελτιώσει τη ζωή μου τα τελευταία χρόνια, που δεν αφέθηκα να κλαίω τη μοίρα μου και απλά να βαδίζω μοιρολατρικά προς το τέλος.
Ευγνωμωνώ τις καταστάσεις που με χάλκευσαν και με έκαναν να αγαπήσω το είδωλό μου, να δουλέψω με τον εαυτό μου σωματικά και ψυχικά και να φτάσω στο σημείο σήμερα να νοιώθω όμορφα, απλά και μόνο επειδή είμαι... εγώ.
Τίποτα δεν μου χαρίστηκε, όλα τα κέρδισα με το σπαθί μου απέναντι σε αντιπάλους αδίσταχτους, ισχυρούς που δεν έχαναν ευκαιρία να με κατατροπόσουν με χτυπήματα κάτω από τη ζώνη!

Ο πρώτος μου αντίπαλος ήταν το σώμα μου.
Με πόνο και στέρηση έχασα βάρος.
Με μεγάλη προσπάθεια, στερητικό σύνδρομο και νύχτες αϋπνίας, έκοψα το τσιγάρο.
Ο δεύτερος αντίπαλος, το μυαλό μου.
Ξέρεις πόσο δύσκολο είναι σε κάποιον που δεν έχει γυμναστεί ποτέ να πηγαίνει κάθε μέρα στο γυμναστήριο;
Ξέρεις τι είναι για έναν πρώην καπνιστή που δεν μπορούσε καν να περπατήσει, να τρέχει σχεδόν καθημερινά;
Κι όμως, τα κατάφερα.
Πρωταθλητής δεν πρόκειται να γίνω ποτέ.
Αυτό δεν αναιρεί την προσπάθεια που κάνω καθημερινά και το αποτέλεσμα που δεν μπορεί να αποτυπωθεί καλύτερα από όσο δείχνουν αυτές οι δύο φωτογραφίες!

Ρώτα τον εαυτό σου τι του αρέσει.
Άνοιξε διάλογο μαζί του.
Αγάπησέ τον, είναι ο μόνος που έχεις!
Αν δεν σου αρέσει κάτι, άλλαξε! Γίνε η αλλαγή που θα ήθελες να κάνεις!
Μόνο με πάλη και αγώνα θα καταφέρεις να χαμογελάσεις ξανά!

Η μοιρολατρία είναι μια ταφόπλακα που αργά-αργά κατεβαίνει για να σε σκεπάσει.

Δεν είναι ώρα ακόμα...

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2019

"Οι ρετσίνες του βασιλιά" του Ισίδωρου Ζουργού...


Έχοντας διαβάσει τα περισσότερα από τα μυθιστορήματά του, φτάνει να δω και μόνο το όνομα του Ισίδωρου Ζουργού στο ράφι του βιβλιοπωλείου για να σηκώσω το χέρι μου και να ακουμπήσω το βιβλίο που το φέρει.
Ξεκίνησα να διαβάζω τις "Ρετσίνες του Βασιλιά" χωρίς δεύτερη σκέψη. Ο Ζουργός έχει την ικανότητα να πλάθει χαρακτήρες, να χτίζει την εικόνα τους και να τους δίνει τη θέση ακριβώς που τους ταιριάζει στο χαρτί. Ο καθένας έχει το ρόλο και την σημασία του, ακόμα και ο φαινομενικά πιο ασήμαντος γίνεται σημαντικός παράγραφο με την παράγραφο και έχει τη δική του θέση στο τέλος κάθε ενότητας. Είναι ο τρόπος που ξεδιπλώνει τις ιστορίες του τέτοιος που, στην πορεία φτάνει ο αναγνώστης να αναζητά τον κάθε χαρακτήρα διερωτημένος "-Πού είναι ο τάδε;", "-Τί κάνει ο δείνα", ζώντας και ο ίδιος την αγωνία της έκβασης της ιστορίας, όχι μόνο για τους πρωταγωνιστές, αλλά και για τους δεύτερους και τρίτους "ρόλους".
Οι "Ρετσίνες του Βασιλιά" είναι ένα σκληρό βιβλίο καθώς μιλάει για την μοναξιά σε πρώτο, δεύτερο και τρίτο πρόσωπο.
Αναφέρεται στην ζωή ενός ανθρώπου κοσμοπολίτη με πορεία ονειρεμένη, με χρήματα, ταξίδια και γυναίκες σε υπερθετικό βαθμό που φτάνει λίγο πριν την δύση της ζωής του να παλεύει μόνος με τις σκιές και τα φαντάσματα μιας ζωής που δεν έζησε, που φαινομενικά μονάχα ήταν τέλεια.
Ακόμα και τότε, λίγο πριν το τέλος, αρνείται πεισματικά να δει ποιοί είναι οι άνθρωποι που πραγματικά νοιάζονται γι αυτόν, ποιά είναι η πραγματική του οικογένεια. Ακόμα-ακόμα ποιά ήταν τα σφάλματα που τον άφησαν μόνο, ίσως σε συνδυασμό με ανθρώπους  που, αντί να προσπαθήσει να συμφιλιωθεί μαζί τους, τούς κράτησε στο περιθώριο, επιλέγοντας να ζήσει μια ζωή "ψυγείο, φαινομενικά ανεπηρέαστη από εξωγενείς παράγοντες που θα έβαζαν σε κρίση τις ισορροπίες που είχε δημιουργήσει, στο μυαλό του και μόνο όπως αποδεικνύεται.
Όλα αυτά μέχρι που....
Πόσο πόνο μου προκάλεσε η μοίρα του βασικού χαρακτήρα του μυθιστορήματος από την στιγμή που συνειδητοποιεί την προδοσία γύρω του μέχρι το τέλος που η μοναξιά, λίγο πριν τον αποτρελάνει, σπάει στα δυο με τη ζωή να γράφει τον επίλογο τραγικά, μέσα στην οδύνη!
Ο Ζουργός σε όλα του τα μυθιστορήματα βάζει ως συμπρωταγωνιστή τον θάνατο, πράγμα φυσιολογικό και αναμενόμενο αφού ενσαρκώνει χαρακτήρες πραγματικούς, αναπόσπαστο κομμάτι των οποίων οφείλει να είναι η απώλεια. Αυτό που μου έλειψε στις "Ρετσίνες του Βασιλιά" ήταν η τελική λύτρωση του χαρακτήρα, έστω και μέσα από τον πόνο ή για να το εκφράσω καλύτερα, η λύτρωση που θα ερχόταν λιγότερο επώδυνα από ότι ήρθε τελικά.
Έχοντας διαβάσει τα έξι τελευταία βιβλία του ταλαντούχου συγγραφέα, τον κατατάσσω σίγουρα ως έναν από τους πέντε πιο αγαπημένους μου λογοτέχνες. Τα μυθιστορήματά του κρατούν περίοπτη θέση στην βιβλιοθήκη μου δίπλα στα βιβλία του Καζαντζάκη, του Καββάφη, του Καρυωτάκη, του Λειβαδίτη και του Dan Brown.
Δώσε οπωσδήποτε μια ευκαιρία στις "Ρετσίνες του Βασιλιά". Σίγουρα θα σε κάνουν να πονέσεις κάποιες στιγμές, μήπως όμως αυτός δεν είναι ο σκοπός;

Μήπως έτσι δεις επιτέλους τα δικά σου λάθη;


Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2019

Όταν ο εκπαιδευτικός είναι "φωτισμένος"....

 
Στις 15 Νοεμβρίου είχα την χαρά να παρακολουθήσω στο σχολείο των παιδιών μου, το 12ο Δημοτικό Σχολείο Ηρακλείου, το θεατρικό που ετοίμασε η έκτη τάξη με θέμα την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.
Πέρα του ότι είχα την τιμή να συμμετάσχει ο γιος μου σε αυτό, ήταν τόσο ιδιαίτερη η προσέγγιση που επέλεξαν οι δασκάλες των παιδιών σε βαθμό που κατάφερε να φορτίσει συγκινησιακά, όχι μόνο τους γονείς που παρακολουθούσαν, αλλά και τα μικρότερα παιδιά που σε παρόμοιες περιπτώσεις είναι το λιγότερο αδιάφορα.
Η κυρία Κατερίνα και η κυρία Χρυσούλα που είναι υπεύθυνες για τα παιδιά, πέρα του ότι είναι δύο εξαιρετικές εκπαιδευτικοί, είναι πάνω από όλα άνθρωποι με ευαισθησίες και σωστοί παιδαγωγοί. Είναι εξαιρετική τύχη για το σχολείο να έχει δύο τέτοιες δασκάλες, είναι μεγάλη χαρά για μας να γνωρίζουμε πως τα παιδιά μας περνάνε τις σχολικές τους ώρες μαζί τους.

Όσο για μένα... για δεύτερη φορά σε λίγες μέρες τράβηξα με αφορμή την παράσταση των παιδιών αυτή τη φορά, μερικές από τις πιο όμορφες φωτογραφίες που έχω τραβήξει όσα χρόνια ασχολούμαι με την φωτογραφία!

Είναι τόσο λυτρωτικό να σε ικανοποιεί το αποτέλεσμα όταν πραγματικά αγαπάς αυτό που κάνεις.
Μπορείς ακόμα και μέσα από μια ασπρόμαυρη φωτογραφία να δεις όλο το χρωματικό φάσμα!





Creative Commons License
Οι παραπάνω φωτογραφίες χορηγούνται με άδεια Creative Commons Attribution-NonCommercial-NoDerivs 3.0 Ελλάδα.

Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2019

Η γενναία Παρασκευή....







Τη θυμάμαι λες και δεν έχει περάσει ούτε μέρα από τότε που ήμασταν συμμαθητές στο 3ο ΤΕΛ Ηρακλείου.
Εντυπωσιακή παρουσία αναμφισβήτητα.
Ξανθιά, πανύψηλη, με καλλίγραμμο κορμί, δεν ήταν από τα κορίτσια εκείνα  που θα έλεγες πως περνάνε απαρατήρητα.
Στα χείλη της είχε μόνιμα ζωγραφισμένο ένα χαμόγελο, θυμάμαι πολύ έντονα πως όταν την κοιτούσα, αισθανόμουν  πως μέχρι και τα μάτια της χαμογελούσαν προσθέτοντας μια ακόμα νότα γοητείας πέρα από το πράσινο χρώμα τους.
"Παρή" ήθελε να τη φωνάζουμε, "Παρασκευή" ήταν το βαπτιστικό της.


Η Παρή είχε μια γλυκύτητα, μια καλοσύνη πρωτόγνωρη για γυναίκα με τη δική της εμφάνιση. Ήταν ανοικτός χαρακτήρας, μιλούσε με τους πάντες χωρίς να αγνοεί, χωρίς να διαλέγει τις παρέες της.
Δεν μπορώ ακόμα και σήμερα να καταλάβω, ποιός είχε κολλήσει δίπλα από το όνομά της το επίθετο "χαζή".
Στα χρόνια της κοινής μας πορείας στο σχολείο, το επίθετο αυτό την ακολουθούσε πάντα, και να πει κανείς πως φοιτούσαμε σε κανένα λύκειο που παρήγαγε πυρηνικούς επιστήμονες, να πω στα κομμάτια! Το 95% των αποφοίτων έμενε εκτός πανεπιστημιακών σχολών, το επίπεδο μας δε συνολικά ήταν κάτω του μηδενος. Παρ' όλα αυτά για ένα περίεργο λόγο, όλοι ασχολούμασταν με το IQ της Παρής...


Είχα να την συναντήσω απο τότε, από τις μέρες της αποφοίτησης συγκεκριμένα που είχαμε ανταλλάξει ένα αόριστο "-Τα λέμε" και χωρίσαν οι δρόμοι μας.
Πριν από κάμποσο καιρό, αργά το βράδυ, γυρνώντας από κανάλι σε κανάλι με το τηλεχειριστήριο της τηλεόρασης, μου φάνηκε πως είδα τη μορφή της. Σταμάτησα να πατώ τα πλήκτρα, ήταν όντως εκείνη.
Το βλέμμα μου στάθηκε πάνω της, μου φάνηκε τόσο ίδια αλλά ταυτόχρονα τόσο αλλαγμένη.
Πανέμορφη, χωρίς ψεγάδι! Το δεξί της μάτι σχημάτιζε μια ανεπαίσθητη ρυτίδα που θα έλεγες πως της πρόσθετε παρά της αφαιρούσε σε γοητεία.
Κι όμως, η ματιά της είχε κάτι το διαφορετικό, κάτι το ώριμο, το σοβαρό.
Το ανθρώπινο.
Η εκπομπή που εμφανιζόταν είχε σαν θέμα τις γυναίκες που είχαν νικήσει τον καρκίνο....
Κάθε μία έλεγε τη δική της ιστορία για το πως βίωσε την ασθένειά της, για την δύναμη που την βοήθησε να σταθεί στα πόδια της ξανά.
Έμεινα με το στόμα ανοικτό.
"-Όταν πήγαινα για χημειοθεραπεία, έφτιαχνα σχολαστικά τα μαλλιά μου, έβαφα το πρόσωπό μου, φορούσα τα πιο όμορφα ρούχα μου. Έλεγα όχι! Δεν θα με νικήσεις εσύ! ΕΓΩ θα σε νικήσω!", είπε και χτύπησε τη γροθιά της στο τραπέζι, συντρίβοντας λες το κεφάλι του θανάτου που είχε ζηλέψει την ομορφιά της και την ήθελε μόνο για τον εαυτό του.
Το βλέμμα της έβγαζε φωτιές, το ένοιωθε, το πίστευε, το ζούσε ξανά.
Ποιός;
Αυτό το κορίτσι που όλοι εμείς οι ανάξιοι το χαρακτηρίζαμε χαζό, τη γυναίκα αυτή που βρήκε τη δύναμη να πολεμήσει με τον θάνατο κοιτώντας τον στα μάτια!


Την Παρή προφανώς κανείς μας δεν την συγχώρησε για το χαμόγελο και την καλωσύνη που μοίραζε απλόχερα γύρω της στα σχολικά μας χρόνια.
Δεν ντράπηκα. Τα χρόνια πέρασαν και πλέον είναι πολύ αργά για να μετανοιώσω για την τότε συμπεριφορά μου.
Πήρα όμως ένα πολύ σημαντικό μάθημα εκείνο το βράδυ.
Δεν πρέπει ποτέ να υποτιμάς τη δύναμη που κρύβει ένας άνθρωπος μέσα του.
Μπορεί στην όψη να είναι πρόβατο και στην καρδιά λιοντάρι!


Μην κρίνεις.
Κοίτα την καρδιά και ρώτα τη.
Εκείνη θα σου πει όλη την αλήθεια.


Παρή, σ' ευχαριστώ πολύ για το μάθημα ζωής....


*Αφιερωμένο σε έναν άνθρωπο που θαυμάζω πολύ, μια γυναίκα μαχητή, ένα πραγματικό λιοντάρι.
Την Μαρία Πολύζου.

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2019

Πόνημα...


Παρακολουθούσα πριν από πολλά χρόνια μια συνέντευξη του Βασίλη Παπακωνσταντίνου στην τηλεόραση, ό,που μεταξύ άλλων, είχε πει πως:
"-Στον έρωτα δεν πάμε για να νοιώσουμε όμορφα. Πάμε για να πονέσουμε, για να μαζέψουμε εμπειρίες, για να έχουμε να λέμε στα παιδιά και τα εγγόνια μας!"
Τότε μου είχε φανεί τόσο δυσάρεστο, τόσο αντιφατικό! Μα είναι δυνατόν να αποζητάς τον πόνο;
Κι όμως, στα λόγια αυτά κρύβεται μια πραγματικότητα που, όσο κι αν πονάει, είναι πέρα για πέρα αληθινή.


Ο πόνος όσο κι αν φαίνεται παράλογο, είναι ευλογία για τον δημιουργό!
Η ευτυχία είναι κενό.
Είναι ένα βήμα προς το τέλμα.
Του ρίχνει ένα πέπλο στα μάτια που τον εμποδίζει να δει μπροστά του.
Δεν τον αφήνει να δημιουργήσει, να κάνει το καθήκον του προς τον εαυτό του.
Δεν είναι τυχαίο που την δημιουργία την αποκαλούμε συνήθως "πόνημα"!
Ο πόνος είναι που την προκαλεί, την σπέρνει, τη θερίζει.
Ο πόνος είναι που την κάνει ψωμί και θρέφεται όποιος την δει, την αγγίξει, την διαβάσει.


Πονάς;
Πιάσε την πένα, το πινέλο, την κιθάρα.
Γράψε, ζωγράφισε, δημιούργησε!!
Όσο περισσότερο πονάς, τόσο καλύτερα.
Έτσι θα βρει το μέσα στο διέξοδο στην δημιουργία, όταν πλέον έχει στερέψει ο θυμός, τα δάκρυα, οι λυγμοί, όταν η φωνή δεν θα μπορεί πλέον να φτάσει στα χείλη για να ουρλιάξεις, η δημιουργία είναι η έκφραση του πόνου.
Το ξέσπασμα.
Είναι ο χορός της οργής.
Η ανάπαψη...


Έχεις δει τον "Διαμοιρασμό των ιματίων του Χριστού" του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου;
Έχεις διαβάσει τον "Τελευταίο Πειρασμό" του Νίκου Καζαντζάκη;
Έχεις ακούσει το "Requiem" του Mozart;


Η θλίψη τα γέννησε όλα αυτά.
Ο πόνος.
Ο πόνος της ψυχής, ο αιώνιος, ο διαχρονικός.


Μην φοβάσαι να πονέσεις!
Αν το νοιώσεις, ξεδίπλωσε το λάβαρο της δημιουργίας και ξεκίνα!
Κάτι καλό θα βγει!

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2019

Στην Έδεσσα....

Όταν έχω στερέψει από απαντήσεις, γυρνώ το βλέμμα μου στη φύση.
Πάντα έχει κάτι να μου πει...


Στην Έδεσσα με αρκετό κρύο, πολλή υγρασία, χωρίς τρίποδο, τράβηξα σε λίγα λεπτά μερικές από τις πιο όμορφες φωτογραφίες που έχω τραβήξει στη ζωή μου.
Όταν αγαπήσεις κάτι, μένει να το εκφράσεις για να γίνει δικό σου!








Creative Commons License
Οι παραπάνω φωτογραφίες χορηγούνται με άδεια Creative Commons Attribution-NonCommercial-NoDerivs 3.0 Ελλάδα.

Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2019

Θεσσαλονίκη: η πόλη της καρδιάς μου...

Όχι λόγια, μόνο εικόνες για την πόλη που έχει μια θέση στην καρδιά μου, πλάι με το Ηράκλειο.













Θα επιστρέψω σύντομα.
Να συναντήσω ξανά τους καταπληκτικούς μου φίλους από κοντά!





Creative Commons License
Οι παραπάνω φωτογραφίες χορηγούνται με άδεια Creative Commons Attribution-NonCommercial-NoDerivs 3.0 Ελλάδα.

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2019

Μην ελπίζεις τίποτα....

"Δεν ελπίζω τίποτα.
Δεν φοβάμαι τίποτα.
Είμαι λεύτερος."
Μου πήρε πολλά χρόνια να καταλάβω το πραγματικό νόημα αυτής της φράσης που είναι χαραγμένη στον τάφο του μεγάλου μας δάσκαλου.


Δεν ελπίζω τίποτα:
Η ελπίδα καταστρέφει την κίνηση. Την δράση. Όσοι ζουν αποκλειστικά με την ελπίδα δεν κάνουν τίποτα για να αποκτήσουν  ό,τι ποθούν.
Περιμένουν απλά με ένα τρόπο μαγικό να πέσει το "επιθυμητό" στα πόδια τους, να πέσουν τα κάστρα, να γεμίσει η αγκαλιά τους.
Παράτα την ελπίδα!
Σήκω και πιάσε τη ζωή απ' τα μαλλιά!
Κάνε κάτι.
Δράσε!
Διαφορετικά η ελπίδα θα σε κρατάει μια ζωή δέσμιο των πεποιθήσεών σου.


Δεν φοβάμαι τίποτα:
Ειλικρινά, δεν έχεις τίποτε να φοβηθείς παρά την στασιμότητα. Αυτός είναι ο μόνος βέβαιος θάνατος.
Φοβάσαι τις συνέπειες;
Γιατί; Αν δεν δράσεις, πώς γνωρίζεις ποιές θα είναι;
Φοβάσαι να σηκωθείς και να υψώσεις το ανάστημά σου απέναντι στους άλλους;
Μάλλον εκείνοι θα πρέπει να φοβούνται αν το κάνεις τελικά.
Φοβάσαι τον εαυτό σου;
Αυτός μάλιστα! Είναι το μεγαλύτερο θεριό!
Όρτσα και κόψτου το κεφάλι!
Θα φυτρώσει άλλο στη θέση του, καλύτερο, πιο μυαλωμένο, γεμάτο εμπειρίες και δυνάμεις!

Πάψε να ελπίζεις χωρίς να πράττεις!
Πάψε να φοβάσαι τις συνέπειες χωρίς να γνωρίζεις ποιές μπορεί να είναι!
Κάνε κάτι!
ΔΡΑΣΕ που να πάρει!


Λευτερώσου....

Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2019

Το βάθρο μου...


Με ρωτάς γιατί τρέχω Μαραθώνιο.
Με ρωτάς τί είναι αυτό που μου απορροφάει τη μισή ζωή, που με κρατάει μακριά από εκείνα που εσύ ονομάζεις διασκέδαση, από το ποτό, το ξενύχτι, τις καταχρήσεις, το φαγητό.
Με ρωτάς τί τρέλα είναι αυτή που με πιάνει και σηκώνομαι από το κρεβάτι μου πριν ξημερώσει, χειμώνα καλοκαίρι, με ζέστη και κρύο και βγαίνω στο δρόμο για να τρέξω, να προετοιμαστώ, να προπονηθώ.
Με ρωτάς γιατί εξακολουθώ να το κάνω αφού δεν πρόκειται ποτέ να γίνω δρομέας επιδόσεων αφού δεν πρόκειται ποτέ να τερματίσω σε λιγότερο από 4 ώρες.
Για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους, άκου κάτι που έχω να σου πω.
Ο Μαραθώνιος είναι η κραυγή που βγαίνει μέσα από την ψυχή μου και φτάνει μέχρι τον ουρανό. Αυτή είναι η προσευχή μου, η παράκλησή μου στο Θεό.
Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να βγάλω αυτή  την κραυγή παρά μόνο να τρέξω, να εξαντληθώ, να φτάσω στα όριά μου.
Η κραυγή μου απλώνεται παντού και ουρλιάζει:

Υπάρχω
Είμαι εδώ
Επιλέγω
Ζω.

Είναι η απόδειξη που έχω ανάγκη να δώσω στον εαυτό μου πως είμαι ικανός, φτάνει να το θελήσω και να το πιστέψω, να κάνω τα πάντα.
Πως το κορμί μου πειθαρχεί στις επιθυμίες μου και ακολουθεί τις προσταγές του μυαλού μου.
Είναι το σημείο αναφορά για μένα πως, αν πάψεις τα ευχολόγια και τις προσδοκίες, μπορείς να μετακινήσεις βουνά, να πιάσεις τον βράχο και να τον στίψεις.
Αυτό είναι ο Μαραθώνιος για μένα.
Το κυνήγι των επιδόσεων είναι για άλλους, εγώ απλά θέλω να τρέχω με το κεφάλι ψηλά, να τερματίζω χαμογελαστός και να κλαίω με το μετάλλιο στον λαιμό μου θέλοντας να αγκαλιάσω όποιον βρίσκεται μπροστά μου...

Αυτό είναι το βάθρο μου...

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2019

Πόπη...



Κάποια μέρα, κάποιος θα πρέπει να μιλήσει για αυτή την γυναίκα. Κάποιο στόμα θα πρέπει να ανοίξει, να την μνημονεύσει. Να εξηγήσει τις πράξεις που όλοι της προσάπτουν.
Να τη δικαιώσει.
Ήταν η Πόπη, η αδερφή του πατέρα μου.
Κανείς δεν μου έχει μιλήσει γι’ αυτήν.
Ποτέ, όλα τα στόματα παρέμεναν πάντα ερμητικά κλειστά.
Ο παππούς και η γιαγιά έστρεφαν το κεφάλι τους από την άλλη όταν τους ρωτούσα «-Ποια είναι αυτή;» κοιτώντας την ασπρόμαυρη φωτογραφία στον τοίχο.
Ο παππούς, σκληρός άνθρωπος, από οργή και απέχθεια.
Η γιαγιά, από πόνο για το χαμένο παιδί και από τον φόβο της οργής του «γέρου».
Ο πατέρας μου ποτέ δεν μίλησε για εκείνη, ούτε μια λέξη δεν τον έχω ακούσει να προφέρει. Μόνο όταν κάποιες φορές θυμάται τα παιδικά του χρόνια, γελάει με νοσταλγία σαν μας λέει την ιστορία για την αδερφή του που την πείραζε διαρκώς κι εκείνη του πέταξε ένα ψαλίδι!
Και μετά, αλλάζει κουβέντα και σκοτεινιάζει πάλι…. Λες και η θύμησή της ακόμα είναι αμαρτία. Λες και στο αίμα του είναι πια γραμμένο πως θα πρέπει να ξεχάσει κι ας αδυνατεί, την μεγάλη του αδερφή.
Τη μόνη που όταν των κοιτάζω στις λιγοστές ασπρόμαυρες φωτογραφίες που υπάρχουν, θαρρώ πως βλέπω εκείνον. Τα μάτια του, τα μαλλιά του τα κυματιστά, τα πυκνά του φρύδια, τα χείλη του.
Τα χείλη μου.
Το γέλιο της είμαι σίγουρος, τράνταζε τη γης, άνοιγε το στόμα της διάπλατα για να γελάσει λες και γελούσε όλη της η ψυχή και ο αέρας έψαχνε διέξοδο για να μην πλαντάξει από τη χαρά! Φαίνεται καθαρά αυτό σε μια άλλη φωτογραφία, κάθεται σε μια καρέκλα με ένα μικρό παιδάκι στην ποδιά της, γελάει με το στόμα ανοικτό και τα μάτια της λάμπουν από ευτυχία…
Και μετά;
Μετά τι;
Τα στόματα είπαμε, δεν ανοίγουν.
Κάποτε η μάνα μου τρίκλισε πως η θεία πέθανε από περιτονίτιδα, ένα ψίθυρος που πιο ψεύτικος δεν θα μπορούσε να είναι.


Τι έγκλημα λοιπόν έκανε η Πόπη;
Το μέγιστο υποθέτω για την εποχή της.
Ερωτεύτηκε.
Τον λάθος άνθρωπο; Μπορεί.
Ποιος μπορεί να κρίνει την καρδιά του ανθρώπου;
Δεν έκανε κακό σε κανέναν άλλο παρά τον εαυτό της. Βρέθηκε δακτυλοδεικτούμενη σε μια κλειστή κοινωνία που δεν γνώριζε παρά να «κρίνει» και να «χαρακτηρίζει», μόνη από υποστήριξη με ένα παιδί εκτός γάμου στα σπλάχνα της.
Ο κόσμος τότε όπως και σήμερα υπήρξε αδυσώπητος. Όλοι κοιτούσαν ελάχιστα πέρα από την μύτη τους και έψαχναν για εξιλαστήρια θύματα που θα σήκωναν το βάρος της ενοχής και του καθωσπρεπισμού που κουβαλάμε όλοι από την ώρα που αρχίζουμε να νοιώθουμε την κρύα ανάσα αυτού του κόσμου.
Την ανάσα της υποκρισίας που ξέσπασε πάνω στην οικογένεια του παππού μου και τον ανάγκασε, από νοικοκύρης, μυλωνάς ήταν στο χωριό, να ξεσπιτωθεί με την οικογένειά του και να έρθει στο Ηράκλειο για να προσπαθήσει με πέντε παιδιά και μια κόρη που εγκυμονούσε ένα νόθο παιδί, να ξεκινήσει μια καινούργια ζωή.
Το βάρος της επιβίωσης τα επόμενα χρόνια έπεσε πάνω στην Πόπη.
Έκανε κάθε δουλειά που περνούσε από το χέρι της, ήταν μοδίστρα, έκανε την παραδουλεύτρα. Έκανε τη δασκάλα της ραπτικής στα παιδιά της γειτονιάς. Αγωνίστηκε.
Μαθήτριά της ήταν η μάνα μου, έτσι γνωρίστηκαν με τον πατέρα, από μικρά παιδιά μαζί.
Ό,τι κέρδιζε η Πόπη από τη δουλειά της, το έδινε στο σπίτι. Για την επιβίωση, για να προικιστούν οι αδερφές της, για να ξεφύγουν εκείνες από το στίγμα, να παντρευτούν, να κάνουν οικογένεια.
Προσπαθούσε να μεγαλώσει το παιδί της απέναντι στην οργή και την προκατάληψη του παππού που, προφανώς τους θεωρούσε και τους δύο ένοχους που η ζωή όλων είχε πάρει λάθος δρόμο.
Συνέχισε να βλέπει τον άνθρωπο που είχε αγαπήσει, εκείνον που τελικά αναγνώρισε το παιδί αλλά δεν την παντρεύτηκε ποτέ.
Έμεινε ξανά έγκυος. Κανένας δεν ήθελε αυτή την εγκυμοσύνη.
Προσπάθησε να την διακόψει.
Για να μην έχει ο κόσμος να λέει.
Ήταν αυτή η καταραμένη εποχή που ένα ακόμα παιδί εκτός γάμου να τους είχε αλλάξει ξανά τη ζωή.
Ήταν η εποχή που οι υποδομές υγείας ήταν λιγότερο από υποτυπώδεις.
Που οι εκτρώσεις ήταν παράνομες.
Που τα «παράνομα» νυστέρια δεν ήταν αποστειρωμένα…
Η Πόπη χάθηκε, όχι από περιτονίτιδα.
Η θεία Πόπη χάθηκε γιατί αγάπησε.
Τον λάθος άνθρωπο;
Ίσως.
Την λάθος εποχή;
Η εποχή εκείνη ήταν σίγουρα πέρα για πέρα λάθος, από πολλές απόψεις.


Το πέπλο του χαμού της Πόπης έπεσε βαρύ στην οικογένεια. Δεν ξέρω αν ήταν αυτή καθεαυτή η απώλεια ή ο τρόπος που χάθηκε.
Ο παππούς εξαντλούσε την σκληρότητά του πάνω στο παιδί της. Εύχομαι οι ιστορίες που έχω ακούσει κατά καιρούς από τον ίδιο τον ξάδερφό μου να ήταν ψέματα, όμως είναι ένας άνθρωπος που μεγάλωσε μόνος, κυνηγημένος από την μοίρα και από συγγενείς. Και αν επιβίωσε ήταν γιατί στο αίμα του έρρεε και ρέει το αίμα της μάνας του.
Λίγο καιρό μετά τον θάνατο της Πόπης, έφυγε άλλη μια αδερφή του πατέρα μου η Φλουρή.
Το μαύρο και το γκρίζο σκέπασαν για πάντα το σπιτικό τους, η γιαγιά μέχρι το θάνατό της έπασχε από κατάθλιψη ενώ ο πατέρας μου ήταν ίσως αυτός που πλήρωσε το μεγαλύτερο τίμημα για τα δεινά που είχε υποστεί μέσα σε λίγα χρόνια η πατρική του οικογένεια. Ευαίσθητος, ταπεινός, μόνιμα καταθλιπτικός,  το μόνο αρσενικό παιδί στην οικογένεια, κράτησε πάντα απόσταση από τον πατέρα του που, ίσως φοβόταν, ίσως θεωρούσε υπεύθυνο για την τροπή που είχαν πάρει τα πράγματα.
Η θλίψη από τον θάνατο των αδερφών του, η «ντροπή» για την Πόπη δεν σταμάτησαν ποτέ να τον ταλαιπωρούν, το φανερώνει το βλέμμα του όταν ακόμα και σήμερα η συζήτηση γυρνάει στα χρόνια εκείνα.
Πριν μερικές μέρες τον ρώτησα «-Πώς πέθανε η αδερφή σου μπαμπά;», σκοτείνιασε, χαμήλωσε τα μάτια. Κατέφερε να πάρει ανάσα μόνο όταν του διευκρίνισα πως αναφερόμουν, όχι στην Πόπη, αλλά στη Φλουρή.
Θυμάμαι χρόνια πριν βρεθήκαμε μαζί στο κοιμητήριο για μια τελετή. Η θεία μου μας έδειξε στο οστεοφυλάκιο τα οστά της γιαγιάς και δίπλα σε ένα άλλο μεταλλικό κασελάκι, δίπλα-δίπλα, τα οστά της Πόπης και της Φλουρής. Γύρισα την πλάτη, βγήκα από το δωμάτιο και όταν τον αναζήτησα με το βλέμμα για να μπούμε στο αυτοκίνητο, τον είδα να με ακολουθεί έχοντας ξεσπάσει σε λυγμούς. Ήταν η πρώτη φορά που είδα τον πατέρα μου να κλαίει…


Κάθομαι εδώ και μέρες και κοιτάζω τις φωτογραφίες της.
Πόσο νέα, πόσο όμορφη.
Νοιώθω πως στο πρόσωπό της βλέπω το δικό μου. Βλέπω έναν δικό μου άνθρωπο.
Πόσο θα ήθελα να μπορούσα να της μιλήσω, να μου μιλήσει, να κουβεντιάσουμε.
Να μου πει για την ζωή που έζησε.
Να μου πει για τον έρωτα, για το γέλιο, για τη χαρά.
Να την ρωτήσω αν θα άλλαζε κάτι  από εκείνα που έχασε μ’ αυτά που πρόλαβε να ζήσει.


Είμαι σίγουρος πως αν ζούσε σήμερα η Πόπη, θα ένοιωθε απόλυτα δικαιωμένη.
Για την ζωή και τις επιλογές της.
Για τον τρόπο που αγάπησε.