Τρίτη 8 Απριλίου 2025

Με αφορμή μια κουβέντα, έναν στίχο και έναν πίνακα! (Η κόλαση μέσα μας...)

 

Σε μια από τις πρώτες σκηνές του αριστουργήματος της δεκαετίας του '90, του μοναδικού "Dead Poets Society"

ή κατά το ατυχές για μένα ελληνικό "Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών", ο καθηγητής μαζεύει τους φοιτητές

σε ένα κύκλο γύρω του, σχεδόν συνωμοτικά θα έλεγες, όχι για να τους εξηγήσει τί είναι ποίηση αλλά για να

τους περιγράψει την αξία και τη θέση της στην ζωή μας. Τους απαγγέλει λοιπόν ψιθυριστά έναν στίχο του Whiteman:

“O me! O life!… of the questions of these recurring; of the endless trains of the faithless… of cities filled

with the foolish; what good amid these, O me, O life? («Ω εγώ! Ω ζωή!… των ερωτήσεων αυτών που επαναλαμβάνονται· των ατέλειωτων τρένων των άπιστων…

των πόλεων γεμάτες με ανόητους· τι καλό ανάμεσα σε αυτά, ω εγώ, ω ζωή;»)

Και απαντά ο ίδιος αμέσως μετά: "That you are here — that life exists, and identity,

That the powerful play goes on and you may contribute a verse."

(“Οτι είσαι εδώ/ Οτι η ζωή υπάρχει. Ότι το δυνατό θεατρικό συνεχίζεται και μπορείς να συνεισφέρεις έναν στίχο.")


Διαβάζοντας ξανά και ξανά αυτούς τους στίχους, μου ήρθε έντονα στο μυαλό η εικόνα της κόλασης του Δάντη όπως την εικονογράφησε ο Μποτιτσέλι. Μέχρι να φτάσω να είμαι αυτός που είμαι σήμερα, πέρασα και από τους εννέα κύκλους της κόλασης όπως τον περιγράφει ο Ιταλός ποιητής. Και από τους εννέα. Και πάνω που ήμουν μπροστά στον δαίμονα και ετοιμαζόταν να κατασπαράξει τα κομμάτια μου, βρέθηκε στον δρόμο μου, σαν από καθαρή τύχη, σαν απόφαση του κάρμα, σαν ύστατη προσπάθεια της ζωής να με κρατήσει στον κόσμο αυτό, ένας άνθρωπος και μου άπλωσε το χέρι. Ένας άνθρωπος που δεν μου ζήτησε τίποτα αλλά μου τα έδωσε όλα. Μια γυναίκα που με κοιτάει στα μάτια με όση λατρεία δεν έχει κοιτάξει κανένας ζωγράφος το έργο του λίγο πριν το κρεμάσει στον τοίχο για να το δουν οι λάτρεις της τέχνης. Μια γυναίκα που θα είναι η σύντροφος της ζωής μου για πάντα και λίγο ακόμα πέρα από το "πάντα".

Απόψε νοιώθω απογοητευμένος γιατί κατάλαβα ότι δεν έχω κάνει παρά ελάχιστες από τις αλλαγές που θα ήθελα στον εαυτό μου ώστε να γίνω "καλύτερος άνθρωπος". Όσο κι αν άλλαξα, δεν άλλαξα αρκετά. Όσο κι αν βελτιώθηκα, είναι τόσο λίγο εμφανές που θα πρέπει να το εξηγώ στους άλλους για να το νοιώσουν. Τι αξία έχει έτσι;
Τι νόημα έχει να λες ότι άλλαξες όταν παραμένεις η σκιά του παλιού μίζερου εαυτού σου, ακόμα και αν οι στα σημεία αλλαγές σε κάνουν να αισθάνεσαι καλύτερα;

Έχει μακρύ δρόμο ακόμα η ζωή.
Κι απόψε η απογοήτευση δεν με έχει πάρει από κάτω αλλά την νοιώθω σαν το βατήρα που θα με σπρώξει μπροστά!

Πάμε για τον καλύτερο στίχο λοιπόν!