Κυριακή 19 Μαρτίου 2023

Το "ερείπιο"... (μάτια θλιμμένα..)

 


Συμμετέχω σε μια κοινότητα, από εκείνες που βρίσκουν καταφύγιο άνθρωποι ταλαιπωρημένοι, ψυχές που η ζωή τους φέρθηκε άσχημα, οντότητες γεμάτες σημάδια κακοποίησης.
Εμφανή ή καλά κρυμμένα.
Πόνου ανείπωτου, σώματος και ψυχής.
Η κόλαση των ανθρώπων αυτών γίνεται ο παράδεισός μου για λίγες στιγμές της εβδομάδας αφού η συναναστροφή με προσωπικότητες τόσο ξεχωριστές μόνο κέρδος μπορεί να φέρει σε όποιον έχει διάθεση να ακούσει, να βιώσει, να παρατηρήσει.
Σε όποιον έχει την καρδιά διάπλατα ανοικτή να νοιώσει βιώματα ξένα, συμπεριφορές ιδιαίτερες και ταυτόχρονα να μείνει ουδέτερος παρατηρητής συμβάλλοντας ταυτόχρονα με όσες δυνάμεις μπορεί στην στήριξη, την ψυχολογική ανάταση ανθρώπων που χαμογελούν με δυσκολία, που τους είναι αδύνατο να ξεχαστούν, να διασκεδάσουν.
Είχα σκοπό να γράψω για την εμπειρία μου μετά το τέλος της ενασχόλησής μου, όμως καμιά φορά τα γεγονότα μας ξεπερνάνε, μικροί είμαστε οι άνθρωποι, μεγάλο το συναίσθημα και ξεχειλάει από την καρδιά, μια σταλιά το μυαλό και μας πιάνει αγωνία να το αποθηκεύσουμε κάπου για να μην χαθεί.
Δεν υπάρχει πιο σίγουρος τρόπος να γίνει αυτό με ασφάλεια από το να το μοιραστούμε και να μην σπάσει η αλυσίδα της ευαισθητοποίησης.
Λεπτομέρειες δεν πρόκειται να πω, δεν θα επέτρεπα στον εαυτό μου να κάνει κάτι τέτοιο, κανείς δεν μου έχει απαγορεύσει να μιλώ για την εμπειρία μου όμως έχει πλήρη συνείδηση του κακού που μπορεί να κάνει η έκθεση ανθρώπων που παλεύουν με τους δαίμονές τους καθημερινά.
Στην τελευταία μας συνάντηση στον "παράδεισό" μου, συζητούσα περί ανέμων και υδάτων με τα παιδιά εκεί, κρυφοπροσπαθώντας όπως σχεδόν κάθε φορά να τους "ξεκλειδώσω" λίγο παραπάνω, να ζήσω την εμπειρία λίγο περισσότερο, να βιώσω το συναίσθημα, να καταλάβω τί είναι αυτό που τους αγγίζει ώστε να το χρησιμοποιήσω σαν υπόβαθρο για να κάνω τη δουλειά μου πιο αποτελεσματική, πιο ουσιαστική.
Ξεφυλλίζοντας ένα φωτογραφικό άλμπουμ, η ματιά ενός μέλους έπεσε πάνω σε ένα μισογκρεμισμένο σπίτι από τα δεκάδες που υπάρχουν γύρω μας, ειδικά στο ιστορικό κέντρο του Ηρακλείου. Το βλέμμα του θόλωσε, ποτάμια έτρεξαν από τα μάτια του μεμιάς.
Σάστισα. Δεν περίμενα τόσο αυθόρμητη αλλά ακραία αντίδραση.
Ήταν η πρώτη φορά που συνέβει σε κάποια από τις συναντήσεις μας.
Τον κοίταξα χωρίς να μιλώ, κρατήθηκα ανέκφραστος.
Το ύφος της σύμπραξης είναι τέτοιο που δεν μπορώ να εκβιάσω καμία αντίδραση, κανένα συναίσθημα δεν πρέπει να βγεί με πίεση.
Αυθόρμητα έβαλε το βλέμμα του στο δικό μου.
"-Κάποτε φωτογράφιζα μόνο ερείπια. Ίσως επειδή τώρα που το σκέφτομαι μου ήταν οικεία αφού κι εγώ ένα ερείπιο ήμουν. Μέσα κι έξω μου..."
Πάγωσα. Φοβήθηκα μην αντιδράσω με τρόπο τέτοιο που θα πυροδοτούσε ανεξέλεγκτο συναίσθημα.
Επιστράτευσα την ύστατη άμυνά μου όπως σε δεκάδες άλλες περιπτώσεις, τη σαχλαμαρώδη διακωμώδηση του εαυτού μου.
"-Σε καταλαβαίνω απόλυτα! Μια ζωή ερείπια φωτογραφίζω κι εγώ! Πάντα ερείπιο νοίωθω!!"
Τα δάκρυα στέρεψαν, η παρέα ξέσπασε σε γέλια, το πέπλο έφυγε από την συζήτηση.
Τα μάτια του έλαμψαν ξανά.
Ο ιδρώτας που με είχε λούσει, στέγνωσε.
Δυσκολεύτηκα να βρω την αυτοκυριαρχία μου, μου πήρε μερικές παραπάνω στιγμές από το κανονικό για την ακρίβεια για να φέρω τις σκέψεις μου σε μια λογική σειρά.
Είχα έναν άνθρωπο νέο μπροστά μου, νέο και όμορφο, με ένα από τα πιο πλατιά χαμόγελα που έχω συναντήσει κι όμως, είχε τόση δυστυχία κρυμμένη μέσα του, τόσο πόνο, τόση κατάθλιψη!
Τί πρέπει να έχει περάσει ένας άνθρωπος, βία τριάντα ετών για να νοιώθει τον εαυτό του κατεστραμμένο, ερειπωμένο, μόνο;
Πόσο πρέπει να πόνεσε λέγοντάς το;
Από εκείνη τη στιγμή το βλέμμα του δεν σβήνει από το μυαλό μου, έχει επικρατήσει το μεταίσθημα της φράσης του στο πίσω μέρος των ματιών μου.
Δεν ξέρω αν σβήσει ποτέ.
Το βλέμμα της απόγνωσης.
Αυτά τα δυο του μάτια τα θλιμμένα...



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου